αγρεύς

αγρεύς
Προσωνύμιο του Απόλλωνα σχετικό προς το κυνήγι (άγρα). Επώνυμο επίσης και του Αρισταίου, γιου του Απόλλωνα, του Βάκχου και του Ποσειδώνα. Στην Αττική, Α. ονομαζόταν o Παν, ως θεός των αγρών.
* * *
ἀγρεύς (-έως), ο (Α)
ο κυνηγός, και ως επίθετο θεών (βλ. Αγρεύς).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄγρα.
ΠΑΡ. νεοελλ. αγρέας].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ἀγρεύς — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγρεύς — hunter masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῖς — Ἀγρεύς masc acc pl Ἀγρεύς masc nom/voc pl (parad form) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρέω — Ἀγρεύς masc acc sg (epic ionic) Ἀγρεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῖ — Ἀγρεύς masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῦ — Ἀγρεύς masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρεῦσι — Ἀγρεύς masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρέες — Ἀγρεύς masc nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγρέες — ἀγρεύς hunter masc nom/voc pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀγρέος — Ἀγρεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”